Χρειάζεσαι συμπληρώματα βιταμινών;

Vegan Διατροφή + Υγεία

29/02/2024
Κείμενο από:

Βιταμίνη, μια λέξη για όλες τις εποχές, μια λέξη που είναι βαθιά χαραγμένη στον εγκέφαλό μας από τότε που ήμασταν παιδιά. Όταν ήμουν παιδί, θυμάμαι τη θεία μου να επιμένει στη μητέρα μου ότι ήταν σίγουρη ότι θα έρθει η ημέρα που το φαγητό θα ήταν παρελθόν και τα δισκία βιταμινών θα ήταν το μέλλον. Εμείς, τα παιδιά, καταναλώναμε τότε ιχθυέλαιο κάθε πρωί μαζί με τον χυμό πορτοκαλιού μας, με την ελπίδα της μητέρας μου ότι η βιταμίνη Α που περιείχε θα μας κάνει δυνατούς και θα μας προφυλάξει από ασθένειες. “Τί απλά χρόνια”, όπως είπε ο Άρτσι Μπάνκερ. Τώρα, 50 χρόνια μετά και, αν και οι περισσότεροι από εμάς εξακολουθούμε να βασιζόμαστε στην τροφή, περισσότεροι από τους μισούς από εμάς φαίνεται να καταναλώνουμε τον έναν ή τον άλλο τύπο βιταμινών. Πέρασαν πολλά χρόνια και πολλές ιδέες έχουν έρθει και παρέλθει, αλλά οι βιταμίνες φαίνεται να είναι μια σταθερά ‒ δηλ. η σημαντικότητά τους αυξάνεται σταθερά.

Γιατί αυτά τα θρεπτικά συστατικά είναι τόσο εδραιωμένα στη σκέψη μας και τόσο ανθεκτικά στην αλλαγή; Τί είναι αυτά; Είναι όλες οι βιταμίνες, λίγο-πολύ, περίπου ίδιες; Είναι όλες απαραίτητες ώστε να πρέπει να καταναλώνονται σχεδόν καθημερινά;

Αναμφίβολα, η ιστορία των βιταμινών είναι ένα σήριαλ που παίζεται για δεκαετίες, ίσως αιώνες, και ίσως να μην τελειώσει ποτέ. Σίγουρα δεν είναι μια εφήμερη μόδα. Αυτά τα στοιχεία των τροφίμων έχουν ένα πλούσιο παρελθόν, ένα πλούσιο παρόν (τουλάχιστον για τους κατασκευαστές βιταμινών), και ένα πιθανό μέλλον. Αλλά πού μας οδηγεί αυτός ο δρόμος; Σε μελλοντικά κείμενα, θα σχολιάσουμε σίγουρα νέες ιστορίες που εμφανίζονται συνεχώς για βιταμίνες. Για να παρακολουθήσουμε το νόημα αυτών των ιστοριών, προτείνω να κάνουμε μια παύση για να κατανοήσουμε αυτό το μάλλον έντονο ενδιαφέρον για τις βιταμίνες. Έτσι, αυτό το άρθρο θα δημιουργήσει ένα υπόβαθρο που σκοπεύω να χρησιμοποιήσω σε μελλοντικά κείμενα.

Ας ξεκινήσουμε με έναν ορισμό. Ο παραδοσιακός ορισμός της βιταμίνης έχει ως εξής, σύμφωνα με το ιατρικό μου λεξικό: “ένας γενικός όρος για ένα πλήθος μη σχετιζόμενων μεταξύ τους οργανικών ουσιών που υπάρχουν σε πολλά τρόφιμα σε μικρές ποσότητες και που είναι απαραίτητες για την κανονική μεταβολική λειτουργία του σώματος”. Αρχικά, η λέξη ”μικρές” χρειάζεται κάποια έμφαση. Οι ημερήσιες ποσότητες βιταμινών που συνιστώνται για κατανάλωση μπορεί να είναι τόσο χαμηλές όσο 3 μικρογραμμάρια [mcg ή μg] για τη βιταμίνη Β12 – μία μόνο ουγγιά [στμ: 28 γραμμάρια] από αυτό το υλικό είναι σχεδόν αρκετή για 10 εκατομμύρια ανθρώπους!, έως 1,5 χιλιοστόγραμμα [mg] ριβοφλαβίνης ημερησίως – μία ουγγιά θα διαρκούσε για ένα άτομο περίπου 50 χρόνια. Η μόνη σχετική εξαίρεση είναι η βιταμίνη C: χρειάζεστε “τόνους”. Εκτός από εκείνους τους ανθρώπους που καταναλώνουν μεγαδόσεις μίας ουγγιάς ανά περίπου 3 ημέρες, η συνιστώμενη ημερήσια ποσότητα (60 mg – παρεμπιπτόντως, θεωρώ ότι είναι πολύ χαμηλή) θα απαιτούσε περίπου μία ουγγιά σε λίγο περισσότερο από ένα χρόνο. Σημείωση: μια προειδοποίηση. Ακριβώς επειδή πρόκειται για μικροσκοπικές ποσότητες (γι’ αυτό αποκαλούνται μικρο-θρεπτικά συστατικά), δεν πρέπει να υποτιμάμε τη σημασία τους για τον οργανισμό. Αν δεν λαμβάνετε βιταμίνες για κάποιο διάστημα, η υγεία σας θα χειροτερεύσει.

Τώρα ας προχωρήσουμε σε ένα άλλο σημείο σχετικά με αυτά τα “κομμάτια χρυσού”. Το λεξικό λέει, και οι ειδικοί συμφωνούν, ότι αυτά τα μικροθρεπτικά συστατικά είναι “απαραίτητα για τη φυσιολογική μεταβολική λειτουργία του σώματος”. Είναι απαραίτητα, που σημαίνει ότι το σώμα πρέπει να τα καταναλώσει ήδη έτοιμα· δεν μπορούμε να τα συνθέσουμε από το μηδέν. Ωστόσο, εδώ είναι όπου εγώ προσωπικά παίρνω έναν παράπλευρο δρόμο επειδή, με αυτόν τον ορισμό, δεν μπορώ να συμφωνήσω με την επίσημη επιστημονική κοινότητα για το τί θεωρούμε βιταμίνη. Δεν πρόκειται για μια ασήμαντη διαφορά απόψεων, επειδή οι συνέπειες αυτού του λάθους στην υγεία έχουν ήδη προκαλέσει σοβαρά προβλήματα.

Για να πάρουμε μια ιδέα για το τί είναι μια βιταμίνη, ας πάμε στις απαρχές της ανακάλυψης των βιταμινών, στις αρχές αυτού του αιώνα, όταν υπήρχαν ορισμένες ασθένειες από ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών – μπέρι-μπέρι, σκορβούτο, πελλάγρα – που απαιτούσαν λύση. Τα νέα από τον κόσμο της επιστήμης ότι τμήματα ορισμένων τροφίμων θα μπορούσαν να αποτρέψουν, ακόμη και να θεραπεύσουν αυτές τις ασθένειες, προκάλεσαν μεγάλο ενθουσιασμό, τόσο εντός όσο και εκτός της επιστημονικής και ιατρικής ερευνητικής κοινότητας. Το γεγονός ότι η βιταμίνη C θα μπορούσε να θεραπεύσει το σκορβούτο, η θειαμίνη (βιταμίνη Β1) θα μπορούσε να θεραπεύσει το μπέρι-μπέρι, και η νιασίνη θα μπορούσε να θεραπεύσει την πελλάγρα έστειλε ένα μήνυμα ότι η επιστήμη είχε σίγουρα ανακαλύψει θρεπτικά συστατικά με εκπληκτικά διαπιστευτήρια για το ότι προάγουν την υγεία (αν και τώρα γνωρίζουμε ότι αυτές οι συνδέσεις δεν είναι τόσο απλές). Η έννοια των βιταμινών ξεκίνησε με ευνοϊκές προοπτικές.

Επίσης, σε αυτές τις πρώτες μέρες, ένα από τα πρώτα ευρήματα έδειξε ότι ορισμένες βιταμίνες ήταν διαλυτές στο λίπος, ενώ άλλες στο νερό. Ονομάστηκαν σύμφωνα με τη σειρά ανακάλυψής τους, και είχαμε τις Α, Β (πολλών ειδών), C, D, E, και Κ. Έτσι ξεκίνησε ένας αγώνας για να ανακαλύψουμε μια βιταμίνη για κάθε είδους ασθένεια, τόσο στους ανθρώπους όσο και στα πειραματόζωα. Οποιαδήποτε βελτίωση της υγείας που παρήχθη πειραματικά από ένα στοιχείο της τροφής καταγραφόταν. Καταγράφηκε ακόμη και ένας αυξημένος ρυθμός ανάπτυξης για τους νέους, που γενικά σήμαινε ότι ο ταχύτερος ρυθμός ανάπτυξης ήταν επίσης ο καλύτερος. Αν και οι παραπάνω βιταμίνες είχαν καταχωριστεί στον επίσημο κατάλογο, δεν έγιναν αποδεκτές όλες οι αιτήσεις για καταχώριση νέων βιταμινών. Οι βιταμίνες P, G, H και ορισμένες άλλες δεν κατάφεραν να μπουν στον κατάλογο.

Ήταν συναρπαστικές ημέρες (δεκαετίες ΄20-΄40) για την επιστήμη της διατροφής, και συνεχίστηκαν έως ότου η επιστήμη της διατροφής επισκιάστηκε στις αρχές της δεκαετίας του ΄50 από την αξιοσημείωτη ανακάλυψη της δομής του DNA από τους James Watson και Francis Crick. Το DNA ήταν το υλικό των γονιδίων και, από τότε, οτιδήποτε γενετικό έχει κυριαρχήσει στην ατζέντα της βιοϊατρικής έρευνας. Μάλιστα, η ανακάλυψη νέων βιταμινών θεωρήθηκε από πολλούς ότι είχε ολοκληρωθεί.

Ενώ η έρευνα για τις ευρύτερες επιπτώσεις της διατροφής έχει υποβιβαστεί σε υποδεέστερη θέση στη βιοϊατρική έρευνα και τις ιατρικές κοινότητες, η έρευνα για μεμονωμένες βιταμίνες, ειδικά κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες, εξακολουθεί να είναι σημαντική. Δυστυχώς, αυτή η έρευνα έχει γίνει, κατά τη γνώμη μου, μάλλον χαοτικά.

Δεν έχει υπάρξει σαφής αντίληψη σχετικά με το τί είναι βιταμίνη και τί δεν είναι. Εάν μία χημική ουσία ενός τροφίμου αναγνωρίζεται “επισήμως” ως βιταμίνη, απολαμβάνει τον κόσμο του ερευνητικού εργαστηρίου. Άλλες ουσίες, που τώρα είναι γνωστό ότι έχουν ενδιαφέρουσες δραστηριότητες προαγωγής της υγείας, δεν απολαμβάνουν την ίδια θέση. Είναι σαν να κλείσαμε το βιβλίο πριν από περίπου 30 χρόνια στην επίσημη λίστα βιταμινών. Δεν έχει σημασία το ότι ορισμένες από αυτές τις ουσίες δεν ανήκουν στη λίστα ενώ άλλες ανήκουν. Το να είσαι στη λίστα, όπως συμβαίνει στην κοινωνική διαστρωμάτωση, δυστυχώς κάνει τη διαφορά, είτε το αξίζεις είτε όχι. Όσα άτομα ανήκουν στην ομάδα μετράνε, τα εξοστρακισμένα και μη μυημένα άτομα όχι. Αυτή η αβεβαιότητα, ειδικά μεταξύ ερευνητών με ελάχιστη ή καθόλου εκπαίδευση στη διατροφή, μπορεί να προκαλέσει μεγάλα λάθη και μεγάλη σπατάλη χρημάτων.

Για να κατανοήσουμε καλύτερα αυτό το πρόβλημα, ας εξετάσουμε ξανά δύο σημεία, πρώτον, το μέρος του ορισμού που λέει ότι μια βιταμίνη είναι ένα απαραίτητο θρεπτικό συστατικό (πρέπει να καταναλώνεται σε αρκετά τακτική βάση) και, δεύτερον, ποιες ουσίες αποτελούν την πιο γνωστή “επίσημη” λίστα βιταμινών. Αυτή η λίστα, του Συμβουλίου Τροφίμων και Διατροφής [Food and Nutrition Board - FNB) της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών, περιλαμβάνει τις εξής: A, θειαμίνη, ριβοφλαβίνη, νιασίνη, B6, φυλλικό οξύ, B12, C, K, βιοτίνη, και παντοθενικό οξύ – και την D σύμφωνα με πολλούς άλλους ειδικούς.

Για αρχή, οι “βιταμίνες” A και D δεν είναι βιταμίνες επειδή δεν είναι απαραίτητες. Δεν χρειάζεται να προσλαμβάνονται [στμ: μέσω της διατροφής], όπως απαιτεί ο ορισμός. Η βιταμίνη Α (ρετινόλη) είναι μόνο ένας μεταβολίτης [στμ: προϊόν μεταβολισμού] της πραγματικής βιταμίνης, του Α-καροτένιου (μη καταχωρισθέν στον κατάλογο). Η κατανάλωση επαρκών ποσοτήτων Α-καροτενίου παρέχει στο σώμα όλη τη ρετινόλη που εκείνο χρειάζεται. Το σώμα μετατρέπει ένα μέρος του Α-καροτενίου σε ρετινόλη και χρησιμοποιεί ένα μέρος του για άλλους σκοπούς. Αποφασίζει πόσο πάει και σε ποια κατεύθυνση, και εν τω μεταξύ διατηρεί τα επίπεδα κυκλοφορίας της ρετινόλης εντός σχετικά στενών ορίων.

Η βιταμίνη D δεν είναι απαραίτητη επειδή μπορεί να συντεθεί από το δέρμα που εκτίθεται στον ήλιο, και στη συνέχεια μεταφέρεται σε άλλα μέρη του σώματος όπου χρησιμοποιείται. Η σύνθεση και η μεταφορά αλλού την καθιστά ορμόνη, όχι βιταμίνη. Και πάλι, οι ποσότητες της βιταμίνης D και των μεταβολιτών της που κυκλοφορούν στο σώμα ελέγχονται προσεκτικά από το σώμα ανάλογα με τις ανάγκες του.

Και στις δύο περιπτώσεις, η κατανάλωση επιπλέον ποσοτήτων βιταμινών Α και D ενέχει τον κίνδυνο παραβίασης της φυσικής κατάστασης υπερβαίνοντας τα ανώτερα όρια κυκλοφορίας που επιθυμεί ο οργανισμός. Είναι παράξενο λοιπόν που αυτές είναι οι δύο βιταμίνες με τον μεγαλύτερο αριθμό περιπτώσεων τοξικότητας; Γνωρίζατε, για παράδειγμα, ότι η βιταμίνη Α σε υψηλότερα επίπεδα πρόσληψης, στην πραγματικότητα μπορεί να αυξήσει, όχι να μειώσει, τον κίνδυνο καρκίνου; Επίσης, γνωρίζατε ότι αυτές είναι οι μοναδικές δύο βιταμίνες που βρίσκονται μόνο σε ζωικά τρόφιμα; (ένας διαφορετικός τύπος βιταμίνης D μπορεί να υπάρχει σε ορισμένα φυτά). Ιστορικά, είναι πλέον σαφές ότι αρχικά χαρακτηρίστηκαν ως βιταμίνες σε μια εποχή που η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων ζωικών τροφίμων θεωρούνταν σκόπιμη.

Δεν θέλω να πω ότι η κατανάλωση βιταμινών Α και D, είτε ως συμπληρώματα είτε ως πρόσθετα στα τρόφιμα, δεν είναι ποτέ χρήσιμη, αλλά θέλω να πω ότι τα οφέλη που θα προκύψουν, εάν υπάρχουν, παρατηρούνται, θεωρητικά, μόνο όταν η πρόσληψη Α-καροτενίου (από πολύχρωμα φυτικά τρόφιμα) και η έκθεση στον ήλιο είναι ανεπαρκείς. Και οι δύο αυτές υποτιθέμενες “βιταμίνες” προέρχονται από ορισμένες πηγές και είναι αυτές οι πηγές στις οποίες πρέπει να δώσουμε έμφαση.

Η τραγωδία της κακής κατανόησης αυτού του ζητήματος είναι ότι πιθανώς σχεδόν ένα δισεκατομμύριο δολάρια, για παράδειγμα, έχουν δαπανηθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες για να δειχθεί ότι η βιταμίνη Α θα μπορούσε να αποτρέψει διάφορους καρκίνους. Τα αποτελέσματα ήταν πολύ απογοητευτικά, ακόμη και επικίνδυνα για ορισμένους εθελοντές [στμ.: πειραματανθρώπους]. Αν όμως είχε αρχικά δοθεί λίγη προσοχή στην ιδέα ότι η προσθήκη επιπλέον βιταμίνης Α σε μια ήδη ρυθμισμένη δεξαμενή αποτελούσε ως επί το πλείστον παραβίαση της φυσικής κατάστασης, θα είχαμε πολύ λιγότερα προβλήματα.

Το δεύτερο πρόβλημα με τον συμβατικό ορισμό της βιταμίνης είναι ότι είναι πολύ περιοριστικός. Παραλείπει τις χιλιάδες φυτικές χημικές ουσίες (φυτοχημικά) που τώρα φαίνονται να έχουν χρήσιμες επιδράσεις για την πρόληψη χρόνιων εκφυλιστικών ασθενειών. Φυσικά, αυτές οι επιδράσεις πρέπει να αναπτύσσονται μόνο στο πλαίσιο των ολόκληρων [πλήρων] τροφίμων, έτσι ώστε η φυσική τάξη πραγμάτων να κάνει τη δική της δουλειά στον δικό της χρόνο και υπό τις δικές της συνθήκες.

Και στις δύο περιπτώσεις, η αχρείαστη ένταξη των βιταμινών Α και D στους περισσότερους επίσημους καταλόγους βιταμινών και ο αποκλεισμός των φυτικών χημικών ουσιών αντικατοπτρίζουν τη σοβαρή μεροληψία που ευνοεί την κατανάλωση ζωικών τροφών που υπήρχε παλαιότερα, αλλά και πολύ συχνά ακόμη και τελευταία (οι ζωικές βιταμίνες είναι εσφαλμένα εντός καταλόγου, ενώ οι φυτικές μορφές τους, που θα μπορούσαν να είναι βιταμίνες, είναι εκτός). Αυτές οι ορθόδοξες απόψεις για τη θρεπτική αξία των βιταμινών και οι ορισμοί των βιταμινών έχουν υπονομεύσει την έρευνα σχετικά με την ευεργετική αξία των φυτικών τροφίμων στην υγεία. Προτείνω να επανασχεδιάσουμε τις απόψεις μας σχετικά με τις βιταμίνες και απλώς να πούμε ότι τα ωφέλιμα συστατικά που προάγουν την υγεία μας, με τόσους πολλούς τρόπους, υπάρχουν άφθονα στα φυτικά τρόφιμα. Η κατανάλωση είτε ζωικών τροφών είτε συμπληρωμάτων βιταμινών δεν είναι απαραίτητη για την επίτευξη της “βιταμινικής” υγείας. Στην καλύτερη περίπτωση, μπορούν μόνο να καλύψουν ορισμένες ελλείψεις, όταν επιλέγουμε να μην κάνουμε αυτό που πρέπει.

© Vegan Times & T. Colin Campbell Center for Nutrition Studies

Κείμενο από:
Δημοσιεύτηκε: 25/08/2023
Ενημερώθηκε:
29/02/2024

Πηγές:

Πρωτότυπο κείμενο: Do You Need Vitamin Supplements? - Center for Nutrition Studies. Ημερομηνία δημοσίευσης: 1 Φεβρουαρίου 1996 — Επικαιροποίηση: 24 Δεκεμβρίου 2018.

Μετάφραση στα ελληνικά και δημοσίευση κατόπιν αδείας από το T. Colin Campbell Center of Nutrition Studies. Επιμέλεια μετάφρασης: Αναστασία Ψειρίδου PhD, Plant Based Nutrition Certificate Professional 2016. Translated and published under permission by T. Colin Campbell Center of Nutrition Studies. Translation reviewed by Anastasia Pseiridis PhD, Plant Based Nutrition Certificate Professional 2016.

Εικόνα: Bru-nO | pixabay.

Όλες οι πηγές Λιγότερες πηγές